Να μη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στα δραστικά συστατικά ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Ανθεκτικότητα των παρασίτων σε οποιαδήποτε κατηγορία ανθελμινθικού ενδεχομένως να αναπτυχθεί μετά από συχνή, επανειλημμένη χρήση ενός ανθελμινθικού αυτής της κατηγορίας.
Οι ψύλλοι δρουν ως ενδιάμεσοι ξενιστές για μία από τις κοινές ταινίες - Dipylidium caninum.
Η παρασίτωση από ταινία ενδεχομένως να επανεμφανιστεί εάν δεν γίνει έλεγχος των ενδιάμεσων ξενιστών, όπως οι ψύλλοι, τα ποντίκια, κλπ.
Δεν εφαρμόζεται.
Πλύνετε τα χέρια μετά τη χορήγηση του προϊόντος στο ζώο.
Σε περίπτωση κατάποσης από λάθος, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική συμβουλή και να δείξετε στον ιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσεως.
Τα άτομα με γνωστή υπερευαισθησία σε οποιοδήποτε από τα συστατικά θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το προϊόν.
Το προϊόν, δεδομένου ότι περιέχει πραζικουαντέλη, είναι δραστικό έναντι των Echinococcus spp. που δεν υπάρχουν σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όλο και συχνότερα απαντώνται σε κάποια από αυτά. Η εχινοκοκκίαση αποτελεί κίνδυνο για τους ανθρώπους. Καθώς η εχινοκοκκίαση είναι νόσημα υποχρεωτικής δήλωσης του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (ΟΙΕ), ειδικές κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπεία και παρακολούθηση και για την προστασία των ανθρώπων πρέπει να εφαρμόζονται από τις σχετικές αρμόδιες αρχές.
Συμπτώματα από το γαστρεντερικό (έμετος, διάρροια), τα οποία πιθανώς σχετίζονται με λήθαργο, έχουν παρατηρηθεί πολύ σπάνια σε αυθόρμητες αναφορές.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Να μη χορηγείται σε έγκυους θηλυκούς σκύλους κατά τις 4 πρώτες εβδομάδες της κύησης.
Το προϊόν μπορεί να χορηγηθεί κατά τη γαλουχία (βλέπετε κεφάλαιο 4.9).
Να μη χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με πιπεραζίνη, καθώς οι ανθελμινθικές δράσεις της πυραντέλης και της πιπεραζίνης μπορεί να είναι ανταγωνιστικές.
Οι συγκεντρώσεις της πραζικουαντέλης στο πλάσμα του αίματος δυνατό να μειωθούν κατά την ταυτόχρονη χορήγηση με φάρμακα τα οποία αυξάνουν τη δράση των ενζύμων του κυτοχρώματος P-450 (π.χ. δεξαμεθαζόνη, φαινοβαρβιτάλη).
Ταυτόχρονη χορήγηση με άλλα χολινεργικά συστατικά μπορεί να προκαλέσει τοξικότητα.
Δεν εφαρμόζεται.